Γράφει η Γεωργία Φωτιάδου
Νιρβάνα….
Η απελπισία γύρω μου όλο και γιγαντώνεται… Κι εγώ αντιστέκομαι…
Ψυχικά και κατ’ επέκταση σωματικά…
Κάνω ένα κλικ, πατάω ένα πλήκτρο, που μη με ρωτήσετε πού το έχω, αλλάζω σκέψη, θολώνω τα μάτια μου για να μην βλέπω, μειώνω μέχρι και την ακοή μου, αποκτώ απόσπαση προσοχής και ταξιδεύω αλλού, σε άλλους κόσμους…
Κόσμους που επιλέγω εγώ… Γιατί όλη αυτή την απελπισία εγώ δεν την επέλεξα…
Με αποχαιρετούν κι εγώ χαμογελάω.
Καταφέρνω να κουκουλώνω τα δικά μου συναισθήματα και χαμογελώ με ευχές προς αυτούς που φεύγουν…
Φεύγουν από τη ζωή μου, από την καθημερινότητά μου, φεύγουν από την ίδια τη ζωή, φεύγουν γενικώς…
Φοβάμαι τα βράδια όταν ακούω θορύβους…
Τη στιγμή που έρχεται η άσχημη σκέψη ότι ίσως ακούσω αγριεμένες φωνές στους δρόμους να έρχονται στη δική μου πόρτα και να την κοπανάνε να τη ρίξουν κάτω, εγώ οραματίζομαι θάλασσες, ουρανούς καθαρούς, αγκαλιές, φιλιά και ψυχές ζεστές και αγαπημένες…
Κάποιες στιγμές, που κάτι πολύ μικρό αλλά πολύ ευχάριστο μου συμβαίνει και εκείνη την ώρα τύχει να λάμπει και ο ήλιος, το θαυματουργό εσωτερικό μου πλήκτρο σκαλώνει βαθιά πατημένο, πετάω από χαρά, αναζωογονούμαι από ελπίδα και ανασαίνω ήρεμα και χαλαρά…
Μέχρι να ‘ρθει πάλι η πραγματικότητα με κάτι σκληρό να μου ταράξει την σκηνοθετημένη μου νιρβάνα…
Έτσι έγινε και τώρα με ένα απελπισμένο μήνυμα μιας φίλης που με τάραξε…
Ήρθαν στο μυαλό μου αλυσιδωτά, όλα όσα δεν θέλω, όλα όσα απορρίπτω, όλα όσα δεν επιλέγω ούτε για μένα, ούτε για τους άλλους…
Η ανάγκη απόδρασης είναι τόσο μεγάλη που σκέφτομαι να εφεύρω μια πατέντα, ώστε να κολλήσει το πλήκτρο της νιρβάνας μου μόνιμα…