Αρχοντής Καμπάνταης τ. Επιθεωρητής Εργασίας νομού Καβάλας
Με την επιμέλεια της Έφης Χατζηαγοράκη δικηγόρος
Με τον ΑΝ 539/45, όπως ισχύει σήμερα μετά από την τροποποίηση του με το Ν. 3302/2004 «Ρύθμιση ετήσιας άδειας εργαζομένων και άλλες διατάξεις», τις ΕΓΣΣΕ 23-5-2000 και 2-4-2008, το άρθρο 6 του Ν. 3762/2009, το άρθρο 6 του Ν. 3846/2010, N. 3996/2011, Ν. 4093/12 και Ν. 4254/2014 (ΥΠΟΠ. ΙΑ5) και Ν. 4611/2019 (Άρθρο 53) ρυθμίζεται το ζήτημα της ετήσιας με αποδοχές Αδείας αναπαύσεως των εργαζομένων.
Συνέπεια των ανωτέρω σε ό,τι αφορά την ετήσια κανονική Άδεια αναπαύσεως με αποδοχές και το Επίδομα Αδείας (άρθρο 3 παργ. 16 του Ν. 4504/66) τω μισθωτών ισχύουν τα εξής:
1. Για πρώτη φορά από το έτος 2004 καθιερώνεται νέο σύστημα χορήγησης της Αδείας με αποδοχές, για το πρώτο ημερολογιακό έτος, εντός του οποίου προσλήφθηκε ο μισθωτός, όπως στη συνέχεια και για το δεύτερο ημερολογιακό έτος, μετά από το έτος πρόσληψής του, αναλογικά με τους μήνες απασχόλησής του, ενώ για το τρίτο και επόμενα ημερολογιακά έτη ο μισθωτός δικαιούται ολόκληρη την Άδειά του από 1 Ιανουαρίου μέχρι 31 Δεκεμβρίου κάθε έτος, όπως ειδικότερα κατωτέρω:
α. Για το πρώτο ημερολογιακό έτος, που προσλήφθηκε ο μισθωτός, δικαιούται μέχρι 31 Δεκεμβρίου αναλογία άδειας απουσίας με αποδοχές για κάθε μήνα απασχόλησης με βάση των 20 εργασίμων ημερών επί πενθημέρου και των 24 εργασίμων ημερών επί 6ημέρου του πρώτου έτους ( ημέρες 20:12 μήνες= 1,67 ή ημέρες 24:12 μήνες= 2 ημέρες). Εάν μετά τον υπολογισμό εξευρίσκεται κλάσμα (δεκαδικός αριθμός) ο αριθμός ημερών άδειας στρογγυλοποιείται σε ολόκληρη ημέρα αν υπερβαίνει τη μισή ημέρα, άλλως παραλείπεται.
Ανώτερος αριθμός ημερών Άδειας 20 εργάσιμες ημέρες στην 5νθήμερη και 24 εργάσιμες στην 6ήμερη εβδομαδιαία εργασία για το πρώτο έτος απασχόλησης (περίπτωση 1-1 ως 31-12).
Έτσι, μισθωτός που προσλήφθηκε 1 Ιουνίου 2014 για το έτος 2014, εάν συνεχίσει εργαζόμενος μέχρι τέλος του έτους αυτού και μετέπειτα, δικαιούται συνολικά α) στην πενθήμερη εβδομαδιαία εργασία 12 εργάσιμες ημέρες (7 μήνες Χ 1,67 ημέρες) και β) στην 6ήμερη εβδομαδιαία δεκατέσσερις (14) εργάσιμες ημέρες Άδεια με αποδοχές εργασία (7 μήνες Χ 2 ημέρες = 14 ημέρες με τα Σάββατα) και Επίδομα Αδείας μισό (1:2) μισθό εάν αμείβεται με μηνιαίο μισθό ή δεκατρία (13) ημερομίσθια αν αμείβεται με ημερομίσθιο, δοθέντος ότι το Επίδομα Αδείας βάσει άρθρου 3 παργ. 16 του Ν. 4504/66 είναι ίσο με την Άδεια, με ανώτατο όριο τον μισό μισθό ή 13 ημερομίσθια, ανάλογα με τον τρόπο αμοιβής (μηνιαίος μισθός ή ημερομίσθιο). Εάν προσλήφθηκε 1 Αυγούστου 2014, για το έτος 2014, μέχρι 31/12/2014 δικαιούται για εξαήμερη εβδομαδιαία εργασία δέκα (10) εργάσιμες ημέρες Άδεια με αποδοχές (5 μήνες Χ 2 ημέρες = 10 με τα Σάββατα) και για πενθήμερη εβδομαδιαία εργασία 8 εργάσιμες ημέρες άδεια με αποδοχές (5 μήνες Χ 1,67 ημέρες). Το επίδομα άδειας ανέρχεται σε δέκα (10) ημερομίσθια ή 10: 25 μισθού.
Οι ημέρες Αδείας του πρώτου ημερολογιακού έτους, ανάλογα με την συμφωνία εργοδότη και μισθωτού, μπορεί να χορηγηθούν τμηματικά ή ολόκληρη κατά τον τελευταίο μήνα του έτους (Δεκέμβριος). Πρέπει όμως υποχρεωτικά και στις δύο περιπτώσεις (τμηματικά ή ολόκληρη) οι ημέρες Άδειας απουσίας με αποδοχές να έχουν εξαντληθεί μέχρι 31/12, άλλως οι αποδοχές οφείλονται στο διπλάσιο (προσαύξηση 100%) εφόσον ο εργοδότης αρνήθηκε τη χορήγηση της Αδείας που ζητήθηκε από τον εργαζόμενο (υπαιτιότητα εργοδότη).
β. Για το δεύτερο ημερολογιακό έτος (επόμενο της πρόσληψης έτος), ο μισθωτός δικαιούται να λάβει την ετήσια κανονική Άδεια του με αποδοχές είτε τμηματικά για κάθε μήνα απασχόλησης αναλογικά για πενθήμερη (1,67 ημέρες κάθε μήνα) ή εξαήμερη (2 ημέρες για κάθε μήνα) εβδομαδιαία εργασία με βάση τη συμφωνία εργοδότη και εργαζόμενου, για το χρονικό διάστημα εργασίας του κατά το δεύτερο αυτό έτος στον εργοδότη του ή ολόκληρη στο τέλος του έτους (Δεκέμβριος), εφόσον συνεχίζει εργαζόμενος. Υποχρεωτικά, όπως και κατά το πρώτο ημερολογιακό έτος, πρέπει και στις δύο περιπτώσεις (τμηματικά ή ολόκληρη) η Άδεια να εξαντληθεί μέχρι 31/12 του δεύτερου ημερολογιακού έτους, άλλως οι αποδοχές οφείλονται στο διπλάσιο (προσαύξηση 100%) όπως και για το πρώτο ημερολογιακό έτος. Πρέπει επίσης να σημειωθεί ότι κατά το δεύτερο ημερολογιακό έτος από την ημερομηνία που ο μισθωτός συμπληρώνει ένα έτος εργασίας (π.χ. πρόσληψη 1/6/2014 και συνέχιση εργασίας μετά 1/6/2015) ο μισθωτός δικαιούται από τη συμπλήρωση έτους απασχόλησης Άδεια αυξημένη κατά μία (1) ημέρα, που πρέπει να έχει χορηγηθεί καθ’ όλα τα τμήματά της ή και ολόκληρη μέχρι 31/12 του δεύτερου αυτού έτους. Έτσι, μισθωτός που προσλήφθηκε 1/6/2014 δικαιούται κατά το έτος 2015 (δεύτερο ημερολογιακό έτος) για κάθε μήνα εργασίας του από 1/1/2015 και μετέπειτα αναλογικά για πενθήμερη ή εξαήμερη εβδομαδιαία εργασία (για κάθε μήνα 1,67 στην πενθήμερη και 2 στην εξαήμερη εβδομαδιαία εργασία) ημέρες άδεια με αποδοχές (κατά τμήματα ή ολόκληρη στο τέλος του έτους 2015), η οποία άδεια στο τέλος του έτους 2015 ανέρχεται συνολικά σε εικοσιμία (21) εργάσιμες ημέρες για απασχολούμενους με πενθήμερη εβδομαδιαία εργασία και είκοσι πέντε (25) εργάσιμες ημέρες για απασχολούμενους με εξαήμερη εβδομαδιαία εργασία, δοθέντος ότι μέχρι τη συμπλήρωση 12μηνης εργασίας (1 έτος) η άδεια αναπαύσεως με αποδοχές ανέρχεται μέχρι τέσσερις (4) εβδομάδες, ήτοι στην εξαήμερη εβδομαδιαία εργασία 24 εργάσιμες ημέρες και στην πενθήμερη εβδομαδιαία εργασία 20 εργάσιμες ημέρες και επαυξάνεται κατά μία (1) εργάσιμη ημέρα για κάθε έτος απασχόλησης επιπλέον του έτους (βλέπε πίνακα). Το επίδομα Αδείας είναι ίσο με την Άδεια, με ανώτερο όριο μισό (1/2) μισθό ή δέκα τρία (13) ημερομίσθια (βλέπε ανωτέρω παραγρ. 1α’).
γ. Για το τρίτο ημερολογιακό έτος και επόμενα (τέταρτο, πέμπτο κ.λπ.) ο μισθωτός δικαιούται να λάβει ολόκληρη την Άδεια του με αποδοχές από 1 Ιανουαρίου κάθε έτους, η οποία αφορά κάθε ημερολογιακό έτος. Δηλαδή η κανονική Άδεια απουσίας με αποδοχές πρέπει υποχρεωτικά από το τρίτο ημερολογιακό έτος και επόμενα να χορηγείται ολόκληρη συνεχόμενη σε αλλεπάλληλες ημέρες ή κατ’ εξαίρεση σε δύο (2) τμήματα ή περισσότερα όπως ορίζουν οι διατάξεις του άρθρου 8 του Ν. 549/1977 και του άρθρου 6 του Ν. 3846/2010 και νόμος 4093/2012, εντός κάθε ημερολογιακού έτους από 1/1 μέχρι 31/12. Σε περίπτωση που ο εργοδότης αρνείται τη χορήγηση της άδειας αυτής σε εργαζόμενο που την ζήτησε, επειδή απαγορεύεται η μεταφορά ημερών άδειας στο επόμενο έτος (μετά την 31/12), οφείλει να καταβάλει αποδοχές στο διπλάσιο (προσαύξηση 100%), λόγω υπαιτιότητας εργοδότη (άρθρο 3 ΝΔ 3755/1957), πέραν των ποινικών ευθυνών (άρθρο 5 παραγ. 7 ΑΝ 539/1945 και άρθρο 8 Ν. 2336/95).
Οι μισθωτοί με δέκα (10) έτη υπηρεσίας στον ίδιο εργοδότη ή δώδεκα (12) έτη υπηρεσίας οπουδήποτε δικαιούνται εικοσιπέντε (25) εργάσιμες ημέρες επί πενθημέρου και τριάντα (30) εργάσιμες ημέρες επί εξαημέρου.
Με 25 έτη οπουδήποτε συν μία εργάσιμη ημέρα (πενθήμερο 26, εξαήμερο 31 ημέρες).
Με το Άρθρο 53 του Ν. 4611/2019 ορίζεται ότι ο εργοδότης αναγγέλλει ηλεκτρονικά στο Π.Σ. ΕΡΓΑΝΗ η χορήγηση της άδειας κάθε μισθωτού έως και μία ώρα μετά την έναρξη πραγματοποίησης της.
Η μη χορήγηση της άδειας αυτής επισύρει τις κυρώσεις του Ν. 3996/2011.
Κατάτμηση άδειας
Από το τρίτο ημερολογιακό έτος και μετέπειτα επιτρέπεται, χωρίς να απαιτείται έγκριση από την Επιθεώρηση Εργασίας, ως εξής:
Α. Από τον εργοδότη επιτρέπεται η χορήγηση της άδειας μέσα στο ίδιο ημερολογιακό έτος σε δύο περιόδους, εξαιτίας ιδιαίτερα σοβαρής ή επείγουσας ανάγκης της επιχείρησης. Σε κάθε περίπτωση η πρώτη περίοδος της άδειας δεν μπορεί να περιλαμβάνει λιγότερες των έξι εργασίμων ημερών επί εξαημέρου και πέντε εργασίμων ημερών επί πενθημέρου εβδομαδιαίας εργασίας ή προκειμένου περί ανηλίκων των 12 εργασίμων ημερών.
Β. Από τον εργαζόμενο επιτρέπεται με έγγραφη αίτησή του προς τον εργοδότη του η χορήγηση της άδειας σε περισσότερες από δύο περιόδους. Πρέπει όμως η μία να περιλαμβάνει τουλάχιστον 12 εργάσιμες ημέρες επί εξαημέρου και 10 εργάσιμες ημέρες επί πενθημέρου ή προκειμένου περί ανηλίκων 12 εργάσιμες ημέρες.
Η αίτηση του εργαζόμενου καθώς και η απόφαση του εργοδότη διατηρούνται στην επιχείρηση επί πέντε έτη και είναι στη διάθεση των επιθεωρητών εργασίας.
Ειδικά σε περιπτώσεις επιχειρήσεων που απασχολούν τακτικό και εποχιακό προσωπικό και παρουσιάζουν ιδιαίτερη σώρευση εργασίας που οφείλεται στο είδος ή στο αντικείμενο εργασιών τους, σε συγκεκριμένη χρονική περίοδο του έτους, για το τακτικό προσωπικό, ο εργοδότης δύναται να χορηγήσει το τμήμα της άδειας των 10 ή 12 εργασίμων ημερών (πενθήμερο ή εξαήμερο), οποτεδήποτε εντός του ημερολογιακού έτους.
2. Λύση Σύμβασης
Εργασίας και Άδεια –
Επίδομα Άδειας
Σε περίπτωση λύσεως της σχέσεως εργασίας με οποιονδήποτε τρόπο (απόλυση, αποχώρηση, λήξη σύμβασης ορισμένου χρόνου ή έργου, θάνατος κ.λπ.), εφόσον ο μισθωτός δεν έχει λάβει τμηματικά ή ολόκληρη την άδεια και το επίδομα άδειας που δικαιούται, ο εργοδότης υποχρεούται να χορηγήσει: α) κατά το πρώτο ημερολογιακό έτος, εφόσον η σύμβαση εργασίας λυθεί σ’ αυτό, αποδοχές άδειας ίσες με 2:25 μισθού ή 2 ημερομίσθια, ανάλογα εάν αμείβεται με μηνιαίο μισθό ή ημερομίσθιο, για κάθε μήνα απασχόλησης, καθώς επίσης και τα ίδια ποσά για επίδομα άδειας με περιορισμό αυτού στο μισό (1/2) μισθό ή 13 ημερομίσθια β) κατά το δεύτερο ημερολογιακό έτος, όπως στην προηγούμενη περίπτωση α, αποδοχές άδειας για κάθε μήνα εργασίας 2/25 μισθού ή 2 ημερομίσθια το ίδιο και επίδομα άδειας (ανώτερος μισός μισθός ή 13 ημερομίσθια) και γ) κατά το τρίτο ημερολογιακό έτος και επόμενα ημερολογιακά έτη (τέταρτο, πέμπτο κ.λπ.), ο εργαζόμενος δικαιούται να λάβει αποδοχές Άδειας για όλες τις ημέρες άδειας που θα έπαιρνε εάν κατά την ημερομηνία λύσης της σύμβασης εργασίας του ζητούσε και έπαιρνε την κανονική ετήσια Άδεια του αναπαύσεως με αποδοχές. Δηλαδή τουλάχιστον ένα (1) μισθό ή 25 ημερομίσθια, ανάλογα εάν αμείβεται με μηνιαίο μισθό ή ημερομίσθιο, λόγω συμπλήρωσης οπωσδήποτε κατά το έτος αυτό άνω του ενός έτους απασχόληση, δοθέντος ότι κατά το πρώτο και δεύτερο ημερολογιακό έτος μέχρι τη συμπλήρωση 12μηνης εργασίας (συμπλήρωση 1 έτος) οι ημέρες άδειας ανέρχονται μέχρι 24 εργάσιμες ημέρες στην εξαήμερη εβδομαδιαία εργασία και 20 εργάσιμες ημέρες στην πενθήμερη εβδομαδιαία εργασία, ενώ για κάθε έτος απασχόλησης επιπλέον του πρώτου η άδεια αυτή (24 ή 20) επαυξάνεται κατά μία (1) εργάσιμη ημέρα για κάθε έτος απασχόλησης μέχρι τις είκοσι έξι (26) εργάσιμες ημέρες ή μέχρι τις είκοσι δύο (22) εργάσιμες ημέρες, ανάλογα αν εφαρμόζεται σύστημα εξαήμερης ή πενθήμερης εβδομαδιαίας εργασίας και με τη συμπλήρωση 10ετίας στον ίδιο εργοδότη ή 12ετίας οπουδήποτε η ετήσια Άδεια ανέρχεται σε πέντε (5) εβδομάδες (30 εργάσιμες στην εξαήμερη και 25 εργάσιμες στην πενθήμερη εβδομαδιαία εργασία). Στους εργαζόμενους που συμπλήρωσαν 25 έτη υπηρεσίας ή προϋπηρεσίας προστίθεται μία (1) επί πλέον εργάσιμη ημέρα (31 εργάσιμες στην εξαήμερη και 26 εργάσιμες στην πενθήμερη εβδομαδιαία εργασία). Σε ό,τι αφορά το Επίδομα Αδείας αυτό είναι ίσο με μισό (1/2) μισθό ή 13 ημερομίσθια.
Εάν σε οποιοδήποτε ανωτέρω ημερολογιακό έτος (πρώτο, δεύτερο, τρίτο κ.λπ.) ο εργαζόμενος έλαβε κατά τμήματα μέρος της Άδειας και του Επιδόματος Αδείας του, τότε δικαιούται αποδοχές άδειας και επιδόματος άδειας τα ποσά που απομένουν μετά την αφαίρεση των ληφθέντων από τα δικαιούμενα.
Ο απολυθείς την 31/12 και την 1/1, εφόσον δεν έχει προσφέρει καθόλου εργασία την 1/1 και μετέπειτα δεν δικαιούται αποδοχές άδειας και επιδόματος άδειας του νέου έτους (ΑΠ 1468/97 και 564/1998).
3. Πότε χορηγείται η Άδεια
Η ημερομηνία που θα δοθεί η άδεια στον εργαζόμενο, διακανονίζεται μεταξύ αυτού και του εργοδότη του, ο οποίος εργοδότης υποχρεούται να την χορηγήσει το πολύ μέσα σε δύο μήνες από την διατύπωση σχετικής αίτησης του εργαζόμενου. Οι μισοί τουλάχιστον από τους εργαζόμενους της επιχείρησης πρέπει να παίρνουν άδεια τη θερινή περίοδο (1.5-30.9). Η χορήγηση της άδειας σε όλους τους εργαζόμενους πρέπει να δίνεται υποχρεωτικά πριν λήξει το ημερολογιακό έτος, έστω και αν δεν τη ζήτησαν οι εργαζόμενοι. Δεν απαιτείται έγκριση από το ΣΕΠΕ.
Άδεια με αποδοχές δικαιούνται να λάβουν και οι μισθωτοί που προσφέρουν εργασία με άκυρη σύμβαση. Το δικαίωμα άδειας και του επιδόματος άδειας στηρίζεται στον νόμο και όχι στον αδικαιολόγητο πλουτισμό ( ΑΠ 2202/2014 και ΑΠ 131/2015).
4. Απαγορεύσεις κατά
τη διάρκεια της Άδειας
Κάθε συμφωνία μεταξύ εργοδότη και εργαζόμενου για μη χορήγηση της Άδειας θεωρείται ανύπαρκτη. Η ακυρότητα είναι απόλυτη. Κατά τη διάρκεια της Άδειας απαγορεύεται η απόλυση του εργαζόμενου. Κατά τη διάρκεια της άδειας απαγορεύεται κάθε έμμισθος εργασία του εργαζόμενου. Ο εργοδότης δικαιούται να μην καταβάλλει αμοιβή στον εργαζόμενο που εργάστηκε κατά την Άδεια του σε άλλο εργοδότη. Οι διατάξεις περί Αδειών είναι δημοσίας τάξεως και συνεπώς κάθε συμφωνία για παρέκκλιση από την εφαρμογή τους είναι άκυρη.
Μεταφορά της άδειας σε άλλο έτος απαγορεύεται.
5. Βιβλίο Αδειών
Οι εργοδότες υποχρεούνται να τηρούν Ειδικό Βιβλίο Αδειών στο οποίο θα αναγράφονται: α) το ονοματεπώνυμο κάθε εργαζόμενου, β) Η ειδικότητά του, γ) Το έτος γέννησής του, δ) Η ημερομηνία πρόσληψης, ε) Οι ημέρες της δικαιούμενης Άδειας, στ) Η ημερομηνία χορήγησης της άδειας (έναρξη- λήξη), ζ) Οι αποδοχές άδειας και η) η υπογραφή του δικαιούχου. Η τήρηση των στοιχείων από τον εργοδότη φυλάσσονται για 5 έτη και να είναι στη διάθεση κάθε ελέγχου του ΣΕΠΕ. Πρέπει επίσης να γνωστοποιούνται ηλεκτρονικά τα στοιχεία στην ΕΡΓΑΝΗ (έντυπο 11) τον Ιανουάριο του επόμενου έτους (Ν. 4254/2014.Το βιβλίο αδειών μπορεί να έχει τη μορφή μηχανογραφημένων σελίδων.
6. Αποδοχές Άδειας
και Επιδόματος Άδειας
Ο εργαζόμενος κατά τη διάρκεια της άδειάς του δικαιούται να λάβει πλήρεις τις συνήθεις αποδοχές που θα έπαιρνε αν εργαζόταν το χρονικό διάστημα της Άδειας. Το επίδομα Άδειας είναι ίσο με μισό (1/2) μισθό ή 13 ημερομίσθια κατά ανώτατο όριο. Ως συνήθεις αποδοχές εννοούνται όλες οι παροχές που χορηγούνται σε οποιαδήποτε μορφή τακτικά και μόνιμα, είτε σαν αντάλλαγμα της εργασίας είτε και σαν οικονομική ενίσχυση στον εργαζόμενο. Περιλαμβάνονται όλες οι πρόσθετες ή συμπληρωματικές τακτικές παροχές (επιδόματα – αντίτιμο τροφής κ.λπ.), η αμοιβή για υπερεργασία – Κυριακή και νυχτερινή εργασία – νόμιμη υπερωριακή εργασία. Οι αποδοχές Άδειας και επιδόματος Άδειας καταβάλλονται με την έναρξη της Άδειας (προπληρώνονται).
7. Άδεια Γάμου – Άδεια Εξετάσεων Σπουδαστών- Άδεια Δικηγόρων
Οι εργαζόμενοι δικαιούνται Άδεια Γάμου τουλάχιστον πέντε (5) εργάσιμων ημερών, στην πενθήμερη εβδομαδιαία εργασία και έξι (6) εργάσιμες ημέρες στο εξαήμερο εβδομαδιαίως εφόσον η Κλαδική Συλλογική Σύμβαση Εργασίας τους δεν ορίζει περισσότερες εργάσιμες ημέρες. Οι εργαζόμενοι που είναι μαθητές ή σπουδαστές ή φοιτητές εκπαιδευτικών μονάδων οποιουδήποτε τύπου και βαθμίδας του Δημοσίου ή εποπτευόμενων από το Δημόσιο δικαιούνται κάθε χρόνο πρόσθετη Άδεια τριάντα (30) ημερών κατά την περίοδο των εξετάσεων (Άρθρο 1 Ν. 1346/83- Άρθρο 5 του Ν. 2224/94 – Άρθρο 7 ΕΓΣΣΕ 2.4.1996 – Άρθρο 6 ΕΓΣΣΕ 18-5-98 -Άρθρο 9 ΕΓΣΣΕ 23.5.2000).
Σύμφωνα με τις διατάξεις του Ν. 4507/1966 άρθρο 8 παρ.4 και Ν. 3302/2004 η περί άδειας και επιδόματος άδεια διατάξεις εφαρμόζονται αναλόγως και επί δικηγόρων και νομικών συμβούλων που παρέχουν τις υπηρεσίες τους με πάγια αντιμισθία. Με το νέο κώδικα δικηγόρων Ν. 4194/2003 η άδεια των δικηγόρων με πάγια αμοιβή υπολογίζεται κατά τις διατάξει του ιδιωτικού τομέα. Δεν δικαιούνται άδεια οι ασκούμενοι δικηγόροι.
8. Άδεια Γέννησης
Παιδιού
Σε περίπτωση γέννησης παιδιού ο πατέρας δικαιούται δυο (2) ημέρες άδεια με αποδοχές (άρθρο 10 ΕΓΣΣΕ 23/5/2000). Οι δύο (2) ημέρες οφείλονται και στην περίπτωση γέννησης περισσοτέρων του ενός τέκνου( δίδυμα κλπ).
9. Κρατήσεις
στις Αποδοχές Άδειας
και Επιδόματος Άδειας
Οι αποδοχές της Άδειας και του Επιδόματος Άδειας υπόκειται σε όλες τις κρατήσεις και εισφορές υπέρ των ασφαλιστικών οργανισμών (ΙΚΑ κ.λπ.), και φόρο εισοδήματος. Η Αποζημίωση Άδειας που καταβάλλεται στον εργαζόμενο όταν λύεται η σύμβαση εργασίας (απόλυση – αποχώρηση κ.λπ.) δεν υπόκειται σε εισφορές υπέρ ΙΚΑ κ.λπ. ενώ το Επίδομα Άδειας σε κάθε περίπτωση έχει κρατήσεις ΙΚΑ κ.λπ.
10. Κυρώσεις
Ο εργοδότης που δεν χορήγησε την Άδεια σε εργαζόμενό του υπόκειται σε Ποινικές και Αστικές κυρώσεις.
Α. Αστικές κυρώσεις
Οι αποδοχές άδειας καταβάλλονται αυξημένες κατά 100%, όταν υπάρχει πταίσμα του εργοδότη ( ΑΠ 1174/2014 και ΑΠ 864/2015).
Β. Ποινικές κυρώσεις
Οι εργοδότες που δε χορηγούν την Άδεια τιμωρούνται ποινικά με τις διατάξεις άρθρου 5 ΑΝ 539/45 και ΑΝ 690/45 όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 8. Ν. 2336/1995 καθώς και με το άρθρο 28 Ν. 3996/2011.
Γ. Διοικητικές κυρώσεις
Πρόστιμο από 300 έως 50.000 ευρώ (άρθρα 23 και 24 Ν. 3996/2011).
Δ. Παράβαση διατάξεων περί Αδειών ΣΣΕ ή ΔΑ
Όσοι εργοδότες δεν τηρούν τους σχετικούς με τη χορήγηση των αδειών όρους των ΣΣΕ ή ΔΑ διώκονται και τιμωρούνται κατά το άρθρο 21 Ν.1876/1990.
11. Παραγραφή
Η αξίωση λήψης των αποδοχών άδειας και του επιδόματος άδειας καθώς και της προσαύξησης 100% ( άρνηση χορήγησης της άδειας από εργοδότη) υπόκειται στην πενταετή παραγραφή του άρθρου 250 ΑΚ. Στην πενταετή παραγραφή υπόκεινται οι αξιώσεις και από άκυρη σύμβαση αφού οι αξιώσεις αυτές στηρίζονται στο νόμο ( ΑΠ 1719/2010).
12. Αναστολή
της σύμβασης εργασίας
και κανονική άδεια
Ο χρόνος της αναστολής των συμβάσεων εργασίας των εργαζομένων επιχειρήσεων που προστατεύονται από τα μέτρα (κλειστές ή πληττόμενες), θεωρείται χρόνος πραγματικής υπηρεσίας για τον εργαζόμενο και τον εργοδότη, αφού προκαλείται από λόγους ανωτέρας βίας. Οι εργαζόμενοι επανερχόμενοι στην εργασία τους, μετά τη λήξη της αναστολής, δικαιούνται της κανονικής άδειας τους, μέσα στο ημερολογιακό έτος και δεν επηρεάζεται από το γεγονός ότι δεν παρείχαν εργασία κάποιο χρονικό διάστημα.